Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2020

Να επαναλειτουργήσουμε τους σιδερένιους ανεμόμυλους από τον Καρτερό μέχρι τα Μάλια του Δήμου Χερσονήσου.

Να επαναλειτουργήσουμε τους σιδερένιους ανεμόμυλους από τον Καρτερό μέχρι τα Μάλια του Δήμου Χερσονήσου.


Αναμφισβήτητα στα 18 χωριά του οροπεδίου Λασιθίου οι Λασιθιώτες είχαν φτιάξει την πρώτη πενηνταετία του περασμένου αιώνα πάνω από δέκα χιλιάδες πανέμορφους σιδερένιους ανεμόμυλους που με αιολική ενέργεια πότιζαν τα περβόλια τους. Από εκείνα τα χρόνια αυτοί οι Λασιθιώτικοι ανεμόμυλοι μαζί με τους πετρόχτιστους αλευρόμυλους έχουν χαρακτηριστεί ως το μεγαλύτερο παραδοσιακό και πανέμορφο αιολικό πάρκο του κόσμου.
Τα χρόνια εκείνα φτιάχνοντας οι Λασιθιώτες μαστόροι αυτούς τους σιδερένιους ανεμόμυλους, μετέφεραν διάφοροι χαρκιάδες αυτή τη χειροποίητη πρωτόγονη τέχνη των μύλων στη βόρεια επαρχία πεδιάδος, στον Καρτερό, στου Κοκκίνη το Χάνι, στις Γούρνες, στις Γούβες στον Ανισαρά και στα Μάλια. Είναι βέβαιο ότι σε αυτά τα πεδιαδίτικα περβολοχώρια δεν φτιάχτηκαν δέκα χιλιάδες μύλοι σαν το Λασίθι, αλλά εκατοντάδες. Συγκεκριμένα τους περισσότερους μύλους είχαν φτιάξει στα Μάλια, που κατά τη γνώμη μου ήταν περίπου πεντακόσιοι. Στις Γούβες είχαν φτιάξει πάνω από 100 μύλους και στον Ανισαρά, στις Γούρνες, στου Κοκκίνη Χάνι και στον Καρτερό είχαν φτιάξει λιγότερους.
Έτσι πρέπει η παραλιακή ενότητα των περβολοχωριών της επαρχίας πεδιάδος και του Δήμου Χερσονήσου να χαρακτηριστούν ως το δεύτερο αιολικό πάρκο μετά το Λασίθι. Παρόμοιους ανεμόμυλους όπως του Λασιθίου είχαν στο Καστέλι πεδιάδος, στις Λίμνες του Μεραμπέλου και στην περιοχή του Ζάκρου.
Πέρασαν και περνούν τα χρόνια και αυτοί οι όμορφοι μύλοι έχουν σχεδόν αφανιστεί από τον Καρτερό μέχρι τα Μάλια και κανενός δεν ιδρώνει τ’ αυτί του. Στο οροπέδιο Λασιθίου όμως συμβαίνει το αντίθετο. Ο δήμος οροπεδίου Λασιθίου και οι Λασιθιώτες ασταμάτητα συζητούν και αγωνίζονται και πληθαίνουν τους μύλους στα χωριά τους κάθε μέρα που περνάει.
Γι’ αυτό εμείς οι δημότες των βόρειων χωριών του ζάμπλουτου δήμου Χερσονήσου πρέπει να κάνουμε ότι κάνουν και οι Λασιθιώτες. Να αναπαλαιώσουμε τους παλιούς μας μύλους και να φτιάχνουμε καινούργιους. Έτσι σε λίγα χρόνια η βόρεια ενότητα των χωριών της επαρχίας πεδιάδας και του Δήμου Χερσονήσου θα γίνουμε συναγωνιστές με τους αξιοσέβαστους και αξιέπαινους Λασιθιώτες που αγωνίζονται γι’ αυτή την πολιτιστική τους κληρονομιά.

  Στις Γούβες ένας αναπαλαιωμένος ανεμόμυλος.


(Δημοσιευμένο στην εφημερίδα "Πατρίς" στις 14/12/2019)

Πως να τιμήσουμε στις Γούβες την επέτειο των 150 χρόνων από τον θάνατο του Γουβιανού εθνικού αγωνιστή Λεωνίδα Γεωργιάδη Λόγιου (1832-1870).

Πως να τιμήσουμε στις Γούβες την επέτειο των 150 χρόνων από τον θάνατο του Γουβιανού εθνικού αγωνιστή Λεωνίδα Γεωργιάδη Λόγιου (1832-1870).

Πάντοτε στους δύο τελευταίους μήνες του κάθε χρόνου, οι δήμοι, οι κοινότητες, οι σύλλογοι και οι πολιτιστικοί φορείς του κάθε τόπου δημιουργούν, εκδίδουν και αφιερώνουν αξιόλογα, αξιέπαινα και συλλεκτικά ημερολόγια για το κάθε νέο έτος. Στις Γούβες, την ερχόμενη χρονιά, το 2020, πρέπει κι εμείς οι Γουβιανοί να έχουμε εκδώσει ένα ημερολόγιο αφιερωμένο στα 150 χρόνια από το θάνατο του χωριανού μας εθνικού αγωνιστή Λεωνίδα Γεωργιάδη Λόγιου (1832-1870), δάσκαλου, φιλόλογου, νομικού, πολιτικού και πρώτου εκλεγμένου την 1/2/1867 Γενικού Γραμματέα της επαναστατικής κυβέρνησης της Κρήτης.
Για τα 150 χρόνια από το θάνατο του Γουβιανού Λεωνίδα Λόγιου (1870-2020) πρέπει στις Γούβες να αφιερώσουμε όλο το 2020 στη μνήμη του. Επίσης πρέπει αυτή τη χρονιά να κάνουμε ένα παγκρήτιο συνέδριο στις Γούβες να παρουσιάσουμε τη ζωή και τους τίμιους αγώνες του, και το καλοκαίρι να κάνουμε ένα μνημόσυνο και ένα γλέντι ‘η συναυλία στη μνήμη του.
Το 1994 εξέδωσα ένα βιβλίο με τον τίτλο “Ο Γουβιανός Λεωνίδας Γεωργιάδης Λόγιος 1832-1870” που πέρασε απαρατήρητο για ορισμένους. Για να γνωρίσουν όμως αυτό τον Γουβιανό αγωνιστή, έκανα δώρο αυτό το βιβλίο στους δήμους της Ελλάδας, της Κύπρου και στις βιβλιοθήκες των πανεπιστημίων της Ελλάδας. Τώρα που έχει σχεδόν εξαντληθεί το βιβλίο, πρέπει να το ξαναεκδώσω πιο βελτιωμένο κι επίσημο, για να μάθουν περισσότεροι άνθρωποι για τη ζωή και τους αγώνες αυτού του εθνικού επαναστάτη.
Επίσης επί μισό αιώνα παρακαλώ προφορικά και με πρωτοκολλημένες αιτήσεις τις εκάστοτε αρχές των Γουβών, τις αρχές του πρώην Δήμου Γουβών και τις αρχές του Δήμου Χερσονήσου να κάνουν δύο ανδριάντες στις Γούβες στο λιβάδι-πλατεία για τους δύο εθνικούς αγωνιστές του χωριού μας, τον Λεωνίδα Γεωργιάδη Λόγιο και τον Ιωάννη Κωνσταντινίδη, αλλά φωνή βοώντος εν τη ερήμω.


Ο Λεωνίδας Γεωργιάδης Λόγιος.



(Δημοσιευμένο στην εφημερίδα "Πατρίς" στις 23/11/2019)

Το χωριό Γούβες και η ονομασία του.

Το χωριό Γούβες και η ονομασία του.


Οι Γούβες είναι ένα παλιό χωριό χτισμένο πριν από εκατοντάδες χρόνια με τους άγραφτους νόμους της κρητικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής σε ένα μεγάλο κυκλικό χωματόλοφο. Σχεδόν όλα τα σπίτια του χωριού έχουν ορατότητα προς τη θάλασσα για να έβλεπαν οι παλιοί Γουβιανοί μέσα από το Κρητικό πέλαγος τους ξένους εχθρούς τους όταν έρχονταν με τα καΐκια με τα πανιά για να λαμβάνουν τα ανάλογα μέτρα.
Οι Γούβες έχουν στη βόρεια μεριά τους ένα μεγάλο κάμπο που ήταν πάντα παραγωγικός. Έβγαζε σιτηρά, λάδι, δημητριακά, περβολικά, σταφίδες, κρασί και άλλα αγνά αγαθά. Επειδή οι ξένοι εχθροί μας, οι Ενετοί, οι Τούρκοι, οι Γερμανοί και άλλοι, έβλεπαν ότι οι Γούβες ήταν παραγωγικό χωριό, λήστευαν-έκλεβαν από τα Γουβιανά σπίτια όλα τα τρόφιμα που είχαν αποθηκεύσει με πολλή κόπο οι Γουβιανοί για να συντηρούνται, να επιβιώνουν και να αγωνίζονται για τη λευτεριά.
Πριν από εκατοντάδες χρόνια οι τότε Γουβιανοί με τη διανόηση και την εξυπνάδα τους άνοιγαν γούβες μέσα στα χωμάτινα δάπεδα των σπιτιών τους, που το βάθος τους ήταν πάνω από δύο μέτρα. Ο πόρος της κάθε γούβας ήταν μικρότερος από ένα μέτρο για να σκεπάζεται εύκολα με μια πέτρινη πλάκα. Όσο βάθαιναν την κάθε γούβα, την φάρδαιναν πιο πολύ για να βάζει μέσα περισσότερα πράγματα. Μέσα σε αυτές τις γούβες οι πρόγονοι μας έβαζαν στον πάτο άχερα για μόνωση και όσο τη γέμιζαν έβαζαν γύρω-γύρω άχερα. Μέσα στο κέντρο του κάθε δωματίου που ήταν οι γούβες, υπήρχε σχετική ξηρασία γιατί αυτοί οι χώροι δεν βρέχονταν τους χειμώνες. Μέσα σε κάθε γούβα οι τότε Γουβιανοί συνήθιζαν να βάζουν δημητριακά, στάρι, κριθάρι, ταγή, λαθούρι, ρόβι, όσπρια, λάδι σε πιθάρια, χαρούπια, τυριά, μέχρι και πολεμοφόδια.
Οι Γουβιανοί για εκατοντάδες χρόνια έκρυβαν σε γούβες τα τρόφιμα τους, γι’ αυτό το λόγο το χωριό το ονομάσανε “Γούβες”. Πριν αρχίσουν οι πρόγονοι μας να ανοίγουν γούβες στα σπίτια τους, το χωριό θα είχε οπωσδήποτε κάποια άλλη ονομασία, αλλά μέχρι τώρα δεν τη γνωρίζουμε. Ακόμα και στην εποχή μας διασώζονται σε κάποια παλιά σπίτια του χωριού αυτές οι γούβες, σκεπασμένες με πλάκες.


(Δημοσιευμένο στην εφημερίδα "Πατρίς" στις 12/11/2019)

Στο Γουβιανό-Αγριανιότικο φαράγγι του Αποσελέμη να επαναφέρουμε τους γύπες-βιτσίλες.

Στο Γουβιανό-Αγριανιότικο φαράγγι του Αποσελέμη να επαναφέρουμε τους γύπες-βιτσίλες.

Ανατολικά από το Γουβιανό βουνό Μαύρη Κεφάλα, στα ψηλά γκρεμνά του φαραγγιού του Αποσελέμη, υπήρχαν μέχρι πριν δυο-τρεις δεκαετίες δεκάδες γύπες-βιτσίλες. Εκεί ζούσαν κι επιβίωναν όλες τις μέρες του χρόνου, εκεί φώλευαν κι αναπαράγονταν.
Όταν ψοφούσαν στα γύρω χωριά γάιδαροι ή άλλα ζώα, οι ιδιοκτήτες τους τα πετούσαν όσο μπορούσαν πιο μακριά από το κάθε χωριό και μετά από λίγες μέρες έρχονταν οι βιτσίλες και τα έτρωγαν. Εκεί κοντά στο κάθε ψόφιο, στην πιο ψηλή κορφή, οι βιτσίλες-γύπες είχαν έναν φρουρό γύπα και τους προειδοποιούσε όταν ερχόταν κάποιος εχθρός τους. Όταν κάποια βιτσίλα έτρωγε πολύ, δε μπορούσε να πετάξει επιτόπου και έτρεχε ανοίγοντας τα φτερά της και απογειωνόταν σαν ένα μικρό αεροπλάνο.
Όταν τεμπέλιαζαν οι βιτσίλες-γύπες πετούσαν πάνω από εκατό μέτρα πιο ψηλά από το Γουβιανό βουνό Έδερη και έκαναν πάρα πολλές βόλτες σαν κατασκοπευτικά αεροπλάνα. Εμείς οι παλιοί Γουβιανοί παρακολουθούσαμε και θαυμάζαμε αυτούς τους γύπες. Αυτά τα όρνεα είναι φιλικά προς τους ανθρώπους και τα ζώα τους, γι’ αυτό ποτέ δεν επιτίθενται σε οτιδήποτε ζωντανό. Κάθε φθινόπωρο που από τις βιτσίλες πέφτουν ορισμένα μεγάλα φτερά τους, πήγαιναν ορισμένοι λαουτιέρηδες στους τόπους τους και μάζευαν αυτά τα φτερά και τα έκαναν πένες.
Αυτή τη μεγαλοπρεπή αξία αυτών των όρνεων την αναγνωρίζει ο λαός μας και τα έχει κάνει σύμβολα όπως το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων έχει σύμβολο έναν αετό. Όπως σε όλη την Ελλάδα έχουν γράψει και τραγουδήσει τραγούδια για τα αετοειδή-αετούς. Στην Κρήτη εμείς οι Κρητικοί συχνα τραγουδούμε το τραγούδι “Σε ψηλό βουνό σε ριζιμιό χαράκι κάθεται αετός”.
Εμείς οι Γουβιανοί και οι κοντοχωριανοί μας πρέπει να είμαστε πάντα υπερήφανοι που στην περιοχή του φαραγγιού του Αποσελέμη υπήρχαν αυτά τα πτηνά και καθάριζαν τις περιοχές μας. Αν προσέχαμε και προστατεύαμε αυτά τα όρνεα, θα ζούσαν ακόμα μέσα στο φαράγγι και θα ήταν τουριστικά αξιοθέατα προς όφελος της περιοχής μας.
Ορισμένες μέρες του κάθε χρόνου έρχονται στο φαράγγι του Αποσελέμη βιτσίλες από άλλους τόπους, αλλά επειδή δεν υπάρχουν ψόφια εκεί, ξαναφεύγουν. Αν εμείς τους ρίχναμε εκεί λίγα κοψίδια από κρεοπωλεία, θα ξαναήταν εκεί μόνιμες οι βιτσίλες-γύπες. Αλλά πρέπει να μην τις ενοχλούμε και να μην τις σκοτώνουμε, μόνο να τις θαυμάζουμε.


(Δημοσιευμένο στην εφημερίδα "Πατρίς" στις 22/10/2019)

Ο παλιός βασιλικός δρόμος της Κρήτης και τα Γουβιανά χάνια.

Ο παλιός βασιλικός δρόμος της Κρήτης και τα Γουβιανά χάνια.

Πριν από χιλιάδες χρόνια, υπήρχε στη βόρεια Κρήτη ο βασιλικός δρόμος – παλιά χωματοστρωμένη εθνική οδός, που περνούσε και από τις Κάτω Γούβες. Σε αυτό το δρόμο πηγαινοέρχονταν πεζοί και καβαλάρηδες από τη Σητεία μέχρι το Καστέλι Κισσάμου. Τα χρόνια εκείνα, όλα τα Κρητικά εμπορεύματα τα φόρτωναν στους γάιδαρους, στα μουλάρια, στα Κρητικά γιωργαλίδικα άλογα και τα μετέφεραν από τον ένα τόπο στον άλλο. Ενώ τους τελευταίους αιώνες υπήρχαν άμαξες και κάρα, δε γινόταν μακρινές μεταφορές με αυτά, γιατί από τα κακοτράχαλα βουνά της Κρήτης δεν υπήρχε φαρδύς δρόμος.
Τους προηγούμενους αιώνες που ο Κρητικός λαός ήταν σκλαβωμένος κι επαναστατημένος, οι Κρητικοί πρόγονοι μας αγωγιάτες που πηγαινοέρχονταν από τον βασιλικό δρόμο, ήταν πάντα έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τους ληστές, γι αυτό πάντα είχαν μαζί τους κατσούνες, διχαλόβεργες, μαχαίρια, ξίφη, γκράδες και άλλα όπλα.
Σε αυτό το βασιλικό χωματοστρωμένο εθνικό δρόμο της Κρήτης, υπήρχαν πολλά χάνια πριν από τις εισόδους των πόλεων, αλλά και μέσα στις πόλεις. Σε αυτά τα χάνια υπήρχαν πεζουλοκρέβατα να κοιμούνται οι αγωγιάτες. Ακόμα εκεί υπήρχε νερό, κρασί, ρακί, παξιμάδι, σταφιδοελιές, τυρί, μαγειρεμένο φαγητό, βραστά κρέατα, καπρικό, χοχλιοί, μέλι, πατάτες, λουκάνικα, και άλλα κρητικά οικολογικά τρόφιμα, να γευματίζουν οι αγωγιάτες με αυτά τα βρισκούμενα. Σε αυτά τα χάνια πολλές φορές τύχαιναν και αγωγιάτες που έπαιζαν λύρες, ασκομαντούρες, μαντολίνα, που αντί να κοιμηθούν, τραγουδούσαν και χόρευαν μέχρι το πρωί. Δίπλα σε αυτά τα χάνια υπήρχαν αχίρια-σταύλοι, που έτρωγαν στις ματζαντούρες τα ζώα, έπιναν νερό και ξεκουράζονταν.
Στις περιοχές του Δήμου Χερσονήσου υπήρχαν κι εκεί πολλά χάνια, στα Μάλια, στη Σταλίδα, στη Χερσόνησο, στον Ανισσαρά, στις Γούβες, στου Κοκκίνη το Χάνι, στον Καρτερό και αλλού. Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, το πιο γνωστό χάνι ήταν στον ανωπολιώτικο κάμπο, του Κοκκίνη το Χάνι, γι’ αυτό ονόμασαν αυτό τον κάμπο με το όνομα αυτό. Πριν από μισό αιώνα άκουγα στις Γούβες πολύ γέρους Γουβιανούς που το σημερινό Κοκκίνη Χάνι,το έλεγαν “Στα χάνια”. Πριν από 100 χρόνια περίπου τα χάνια που υπήρχαν στον Γουβιανό βασιλικό δρόμο, ήταν του, του Σέκο το χάνι, του Ντετορογιάννη το χάνι, του Σταυρουλή το χάνι, του Σφικιάρη το χάνι, του Μουρέλου το χάνι, του Κατσόχοιρου το χάνι κι άλλα.
Πριν το 1925 που δεν είχαν κατασκευάσει τον χωματοστρωμένο εθνικό δόμο Σητείας – Καστέλι Κισσάμου, η ελαιουργική εταιρία “Λιαπάκη-Σταυρουλάκη”, είχε φτιάξει ένα ατμοκίνητο ελαιοτριβείο, εκεί που ήταν το Κρητικό κέντρο “Κουφαλίτης”, δίπλα στο Γουβιανό λιμανάκι στον Άγιο Κωνσταντίνου Γουβών. Για να έρχοντα από το Μεγάλο Κάστρο τα καΐκια να φορτώνουν από εκεί τις πυρήνες, να τις κουβαλούν στο πυρηνελαιουργείο “Αθηνά”. Μετά το 1925 που έφτιαξαν την τσαΐλοστρωμενη εθνική οδό Κρήτης, η εταιρία “Λιαπάκη-Σταυρουλάκη” μετέφερε αυτό το ατμοκίνητο ελαιοτριβείο στις Πάνω Γούβες, που μετά κουβαλούσαν τις πυρήνες με αυτοκίνητα στο πυρηνελαιουργείο “Αθηνά”. Εμείς οι Γουβιανοί έχουμε ονομάσει τον βασιλικό δρόμο στον τόπο μας “Οδός Νίκου Καζαντζάκη” κι έτσι τιμούμε μόνιμα αυτόν τον μέγα Κρητικό στοχαστή.
Δε μπορώ να μην καταγγείλω από αυτό το δημοσίευμα ότι το 1960 περίπου, κάποιοι εξουσιαστές του τόπου μας, κατέστρεψαν χωρίς κανένα λόγο τη ΓουβιανοΧερσονιώτικη σιδερένια γέφυρα του Αποσελέμη του πανάρχαιου βασιλικού εθνικού δρόμου. Για να πουλήσουν αυτά τα ιερά σίδερα της μάλλον για να πλουτίσουν κατά φαντασίαν. Αλλά ούτε ποτέ φωτογράφησαν αυτή την ιστορική γέφυρα και μεγάλο σιδερένιο έργο τέχνης, για να τη βλέπουν οι επόμενες γενιές της Κρήτης. Ευτυχώς που τις αρχές του περασμένου αιώνα, ο Καστρινός τυπογράφος-βιβλιοπόλης Αλικιώτης φωτογράφησε κι έκανε καρτ-ποστάλ αυτή τη γέφυρα, που τώρα είναι ανατυπωμένη σε πολλά Γουβιανά έντυπα.


Το χάνι του μακαρίτη Μιχάλη Χρυσού, ή “Κατσόχοιρου” στις Κάτω Γούβες. 
 

(Δημοσιευμένο στην εφημερίδα "Πατρίς" στις 17/9/2019)