Σάββατο 25 Απριλίου 2015

ΟΙ ΠΑΛΙΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΓΟΥΒΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΡΟΠΕΔΙΟΥ ΛΑΣΙΘΙΟΥ

ΟΙ ΠΑΛΙΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΓΟΥΒΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΡΟΠΕΔΙΟΥ ΛΑΣΙΘΙΟΥ
 
Του Βαγγέλη Μπαριτάκη

Πριν από εκατοντάδες ή χιλιάδες χρόνια, οι λασιθιότες είχαν καλές σχέσεις με τους γουβιανούς και μια αιτία αυτών των καλών σχέσεων ήταν ότι εκείνα τα χρόνια το οροπέδιο Λασιθίου ήταν τους χειμερινούς μήνες παγωμένο σα να ήταν ο βόρειος πόλος της ανατολικής Κρήτης. Και ενώ κάθε καλοκαίρι το Λασίθι ήταν η γη της επαγγελίας, αντίθετα το χειμώνα ήταν παγωμένο, αποκλεισμένο από τις βαρυχειμωνιές και τα χιόνια. Γι αυτό οι λασιθιότες κατέβαιναν κάθε φθινόπωρο από το οροπέδιο, κοντά στις παραλίες και στις Γούβες, που δεν είχαν χιόνια το χειμώνα. Στη συνέχεια οι λασιθιότες αγόραζαν σιγά σιγά χωράφια, λιόφυτα, έχτιζαν με πέτρες μαγατζέδες, μετοχόσπιτα, έφτιαχναν αλώνια, μάζευαν ελιές, όργωναν με τα ζευγάρια, έσπερναν, θέριζαν, αλώνευαν και μετά πήγαιναν στο Λασίθι για άλλες δουλειές. Οι λασιθιότες είχαν χτίσει σπίτια μέσα στις Γούβες και στη γουβιανή περιοχή στη δυτική όχθη του Αποσελέμη είχαν χτίσει μετοχόσπιτα σε αυτή την περιοχή που ονόμαζαν «παπαδιανά». Οι οροπεδιότες έρχονταν πεζοί από το Λασίθι στις Γούβες με ολοήμερες πορείες μαζί με τα ωζά τους. Αιγοπρόβατα, με τις ματζέτες, τις αϊλιές, τα βούγια και πάνω στα γαϊδουρομούλαρα τους φόρτωναν κοκκινοπατάτες, φιρίκια μήλα, καρύδια, αμύγδαλα, τυρί,   πεντανόστιμο λασιθιότικο παξιμάδι και άλλα χρειαζόμενα ήδη για να ξεχειμωνιάζουν. Οι γουβιανοί πάντα είχαν καλές σχέσεις με τους οροπεδιότες και ιδιαίτερα με τους μέσα λασιθιότες, με τους τους ναβρακοθιανούς και τους τζερμιαδανούς που ήταν στις Γούβες γειτόνοι στα σπίτια τους και στα χωράφια τους και τα συχνολέγανε όταν μάζευαν τις ελιές, όταν σπέρνανε και όταν θερίζανε. Ορισμένες φορές τραγουδούσαν γιατί δούλευαν στα χωράφια τους χωρίς άγχος. Άλλες φορές έπιναν στην υγειά τους και κανένα κρασί από τον τσούκο. Και άλλα πράγματα ένωναν τους γουβιανούς με τους λασιθιότες, όπως οι φιλίες, οι παντριγιές, οι συμπεθεριές, οι συντεκνιές, οι κουμπαριές και τα παρεάκια τους. Τα παλιά χρόνια στις Γούβες όταν είχαν μεγάλη βεντέμα οι ελιές, οι μεγάλοι ελαιοπαραγωγοί των Γουβών πήγαιναν κάθε φθινόπωρο στο Λασίθι και έβρισκαν ραβδιστάδες και μαζόχτρες, τους εξασφάλιζαν φαϊ και ύπνο, και οι περισσότεροι από αυτούς έπαιρναν για τον κόπο τους, λάδι αντί λεφτά. Οι λασιθιότες ραβδιστάδες, ράβδιζαν με κατσούνες και ντέμπλες, άλλες φορές πάνω στις τρίποδες σκάλες και άλλες φορές πάνω στα πολύ ψηλά ελαιόδεντρα. Στη συνέχεια κάθε απόγευμα λίχνιζαν τις ελιές όταν φυσούσε αέρας και όταν δε φυσούσε, τις έκαναν ποταμό, δηλαδή πετούσαν με ένα πιάτο τις ελιές πάνω σε ένα μακρύ στρώσιμο πανιών και έμεναν τα λιόφυλλα πίσω και οι ελιές σωριάζονταν μπρόστα. Οι λασιθιοτοπούλες μαζόχτρες, εργατικές και προκομμένες, στα λιομαζόματα φορούσαν μακριές φούστες ή αντρικά παντελόνια και τσεμπέρι. Μάζευαν τις ελιές μια-μια από χάμω και γέμιζαν τα καλάθια. Άλλες φορές αναπλογύριζαν ή ράβδιζαν από κάτω ή πάνω στην τρίποδη σκάλα, και πάντα η ραβδιστίρα της κάθε λασιθιοτοπούλας ήταν έτοιμη προς κάθε κατεύθυνση αν χρειαζόταν. Οι γουβιανοί με τους λασιθιότες, την ώρα που σχολούσαν από το ράβδισμα, φόρτωναν τις ελιές στους γαϊδάρους ή στα μουλάρια και συνήθως έβαζαν μεσοσόμαρα χοντρά κλαδιά για να μαγειρεύουν τα βράδια. Επίσης συνήθιζαν να βάζουν στη χόβολη της παρασιάς καμιά λασιθιότικη πατάτα οφτή για να πίνουν στην υγειά τους καμιά ρακί. Τις μέρες των Χριστουγέννων αν ράβδιζαν, συνήθως κάπνιζαν λουκάνικα και απάκια που είχαν κρεμασμένα στον ανηφορά. Από τις αρχές του περασμένου αιώνα που αναπτύχθηκαν οι ανεμόμυλοι-νερόμυλοι στο οροπέδιο Λασιθίου, μεταφέρθηκε από εκεί η τέχνη των μύλων και στις Γούβες. Ο παραλιακός γουβιανός κάμπος είχε γεμίσει με αυτούς τους μύλους. Στις Γούβες από τις αρχές του περασμένου αιώνα κατασκεύαζε αυτούς τους μύλους ο Πεπονάκης Μανώλης (ή Πεπονομανώλης) με τα παιδιά του, που καταγόταν από τους Ποτάμους και τα Λακώνια. Τα χρόνια του μεσοπολέμου είχε κατασκευάσει στις Γούβες τέτοιους μύλους ο τζερμιαδογουβιανός, Ανδριανάκης Μανώλης. Τα χρόνια της τουρκοκρατίας, τις τελευταίες δεκαετίες του προπερασμένου αιώνα, ήταν δάσκαλος στο Λασίθι για πολλά χρόνια ο γουβιανός Γιώργης Χ. Γεωργιάδης Λόγιος, δάσκαλος και θεολόγος. Μετά το Μάη του 1867 που έγιναν οι μεγάλες μάχες στο οροπέδιο Λασιθίου, ο γουβιανός ποιητής και εθνικός αγωνιστής, Ιωάννης Κ. Κωνσταντινίδης, έγραψε ένα ανεκτίμητο και μεγάλο ποίημα «Η εκστρατεία του Ομέρ Πασά κατά του Λασιθίου», στο οποίο αναπαριστά αναλυτικά αυτές τις μάχες. Αυτό το ποίημα το τύπωσε σε βιβλίο στη Σύρο το 1868, ο ίδιος ο ποιητής. Το ίδιο ποίημα το ανατύπωσε σε βιβλίο η δημοτική βιβλιοθήκη Καβάλας το 1978 και την τρίτη επανέκδοση του την έκανε το 1982, ο πολιτιστικός σύλλογος του Αϊ Γιωργιού του οροπεδίου Λασιθίου, όταν ήταν πρόεδρος ο ερευνητής και συγγραφέας Γιώργος Παναγιωτάκης. Αυτό το μεγάλο και ανεκτίμητο ποίημα δεν πρέπει να λείπει από κανένα κρητικό σπίτι, γι’ αυτό προτείνω μια τέταρτη επανέκδοση σε βιβλίο από κάποιο φορέα των Γουβών ή του οροπεδίου Λασιθίου.

Γούβες
Δεκέμβρης 2010


(Δημοσιευμένο στην Εφημερίδα "Πατρίς")

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου